Οι αγάδες, βέβαια, σε καμιά περίπτωση δεν θα επέλεγαν για τόπο εγκατάστασής τους την κλεισούρα της Απανωχώρας, πολύ περισσότερο της Βάλτας. Τα κονάκια τους τα ήθελαν σε ανοιχτωσιές, μακριά από τις μίζερες γειτονιές των ραγιάδων. Το ίδιο έγινε με το κονάκι του Μαντέμ αγά στα Μαντεμοχώρια, το οποίο βρισκόταν στη θέση του κάστρου, έξω από τον τότε Μαχαλά (σημερινά Στάγειρα), στο χώρο που σήμερα έχει στηθεί το άγαλμα του Αριστοτέλη. Την ίδια πρακτική ακολούθησε και ο Τούρκος μπέης στον Άγιο Μάμα, που έκτισε το κονάκι του στο λόφο αριστερά από τη σημερινή είσοδο του χωριού· η θέση του κονακιού ήταν θέμα επιλογής του αφέντη. Ακόμα και τα δύο «καρακόλια» (φρουρές), που υπήρχαν στα δύο μεγαλύτερα χωριά της χερσονήσου μετά τη Βάλτα, σε τέτοια σημεία ήταν χτισμένα, όπως θα δούμε παρακάτω. Τελευταίο κονάκι του Τούρκου διοικητή στη Βάλτα αποτέλεσε το κτίριο, που σήμερα στεγάζει το αστυνομικό τμήμα. Στην ανακαίνισή του, που έγινε γύρω στο 2000, αποκαλύφθηκε, στη νοτιοανατολική γωνία, η κτητορική πλάκα με ανάγλυφη αραβική γραφή, που προφανώς αναφέρεται στο έτος κατασκευής. Πάνω από το παράθυρο του ορόφου, αυτό που είναι δεξιά του εξώστη, βρέθηκε χαραγμένη και η «σωτήρια» χρονολογία 1846, που θα πρέπει να είναι η χρονιά κατασκευής ή ανακατασκευής του κτηρίου, αφού βρισκόμαστε στο ξεκίνημα του τόπου μετά την Επανάσταση. Βέβαια, απουσιάζει ο κτητορικός σταυρός αφού πρόκειται για κονάκι μουσουλμάνου αξιωματούχου. Η μεσημβρινή πλευρά του κονακιού, στην οποία υπήρχε η είσοδος και ο εξώστης, έβλεπε στο χώρο της σημερινής πλατείας, ένα τόπο ειδυλλιακό με πλατάνια και άφθονα νερά, που δεν θα μπορούσε, ένα ραχατλή (rahat = ανάπαυση, χαλάρωση) Τούρκο, να τον αφήσει ασυγκίνητο.
Η ασφάλεια που απέπνεε η παρουσία εκεί της φρουράς του, λειτούργησε ως πόλος έλξης στους δύο γειτονικούς οικισμούς, της Απανωχώρας και της Βάλτας. Τις φρουρές εκείνες τις αποτελούσαν οι λεγόμενοι σεϊμένιδες, γνωστοί και ως σεκμπάν, οι οποίοι πληρώνονταν από τον μισθωτή των φόρων (διοικητή) με ημερομίσθιο. Η δύναμη εκείνη δεν πρέπει να ξεπερνούσε τους δέκα άνδρες. Η έλξη, που ασκούσε το κονάκι του αγά, είχε ως αποτέλεσμα τη μονόπλευρη ανάπτυξη των δύο διπλανών οικισμών. Από την πορεία που διέγραψαν οι δύο εκείνοι μαχαλάδες της «Βάλτας», συγκλίνοντας σε εκείνο το σημείο, φαίνεται ότι εξαρχής το κονάκι στήθηκε εκεί. Εκεί κατέληγαν οι δρόμοι από τις δύο πλευρές της χερσονήσου, ο ένας από τη Φούρκα, μέσω του λάκκου της Αγίας Μαρίνας και της Βρύσης του Αγά, και ο άλλος από τα Παζαράκια, περνώντας από το ξωκλήσι της Αγίας Παρασκευής εκείνου του χωριού και τη θέση που σήμερα βρίσκεται το λύκειο. Από εκεί «ξεκινούσε» και ο δρόμος για τις Πόρτες, μέσω του χωριού Κρομμύδι, των μετοχιών Αγίας Αναστασίας (Παπακαλλίνικου), Χιλανδαρίου (Παπαστάθη), των χωριών Βιλαρά και Πίνακας, για να καταλήξει στις Πόρτες.
ΤΙΜΟΛΕΩΝ ΜΑΚΡΟΓΙΑΝΝΗΣ Ομότιμος καθηγητής ΑΠΘ
ΕΡΕΥΝΑ, ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ & ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:
Βαγγέλης Κατσαρίνης
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου