Η χερσόνησος της Κασσάνδρας ήταν από τα πανάρχαια χρόνια μια περιοχή πλούσια σε κυνήγι, αλιεία, βοσκότοπους, πολλά πόσιμα νερά, σε κατάλληλη εμπορική και στρατηγική θέση.
Όλοι αυτοί οι παράγοντες συντέλεσαν στο να κατοικείται συνέχεια από τους προϊστορικούς χρόνους έως και σήμερα.
Μέχρι τώρα ξέρουμε από επιφανειακές παρατηρήσεις παλαιότερων ερευνητών, που έγιναν σε προϊστορικούς οικισμούς της χερσονήσου, ότι χρονικά ορισμένοι από αυτούς αρχίζουν να λειτουργούν κατά τη τελική νεολιθική περίοδο, γύρω στο 4.500 π.Χ και ορισμένοι έχουν συνεχή κατοίκηση σ’ όλη τη διάρκεια της εποχής του χαλκού (3.100 - 1.050 π.Χ.).
Όπως μας πληροφορούν αρχαίες πηγές η χερσόνησος της Κασσάνδρας και γενικά της Χαλκιδικής κατοικείτο, πριν την αποίκηση από τους Ερετριείς και Χαλκιδείς κυρίως (12-8ος αιώνα π.Χ.), από διάφορα πρωτοελληνικά φύλλα όπως ήταν οι Πελασγοί και οι Θράκες. Δεν είναι τεκμηριωμένο όμως, μέχρι στιγμής, ποιοι ήταν οι πρώτοι κάτοικοι της χερσονήσου κατά τη νεολιθική περίοδο και πότε πρωτοεγκαταστάθηκαν σ’ αυτήν. Οι περισσότεροι οικισμοί της χερσονήσου κατοικούνται συνεχώς για χιλιάδες χρόνια όπως φαίνεται από επιφανειακά ίχνη. Σ’ όλη αυτή τη μεγάλη χρονική περίοδο που διανύεται από το 4.500 π.Χ. μέχρι το 12ο αιώνα π.Χ., δεν ξέρουμε αν οι προϊστορικοί οικισμοί της χερσονήσου κατοικούνταν από τους ίδιους φυλετικά ανθρώπους. Στοιχεία όπως η ίδια θέση κατοίκησης για χιλιάδες χρόνια, ο τρόπος διαβίωσής τους, η διατροφή τους καθώς και η πολιτιστική τους πορεία στην τέχνη (αγγειοπλαστική - ειδωλοπλαστική - εργαλεία κλπ.), δείχνουν πως υπήρχε μια θέση κοινή μεταξύ τους. Ιδιαίτερα η μεγάλη σε διάρκεια χρόνου διαβίωση στην ίδια συνεχώς θέση, δείχνει πως παρ’ όλες τις πιθανές καταστροφικές επιδρομές κοντινών ή μακρινών επιδρομέων, πως δεν τους επηρέασε ουσιαστικά ώστε να έχουμε ριζικές πληθυσμιακές αλλαγές. Στην ύστερη εποχή του χαλκού ανασκαφικά πλέον δεδομένα φανερώνουν μετακινήσεις πληθυσμών στη χερσόνησο από τη νότιο Ελλάδα.
Οι νότιοι Έλληνες ονόμαζαν την περιοχή της Χαλκιδικής Θράκη επειδή ήταν περιοχή της ευρύτερης Θράκης και κατοικούντο στο μεγαλύτερο ποσοστό της από Θράκες. Κατά τον Διονύσιο τον Αλικαρνασσέα η Θρακιική φυλή που κατοικούσε στη χερσόνησο ήταν οι Κρουσιαίοι. Ο Στράβων μάς πληροφορεί πως οι Χαλκιδείς της Εύβοιας ίδρυσαν τριάντα πόλεις στη γη των «Σιθώνων». Η γη των Σιθώνων πρέπει να περιλάμβανε ένα μεγάλο μέρος της Χαλκιδικής και το πιθανότερο και τη Κασσάνδρα.
Οι Θράκες στους προϊστορικούς χρόνους κατοικούσαν σ’ όλο το βορειοελλαδικό χώρο μέχρι και περιοχές της Εύβοιας, της Βοιωτίας και Αττικής, όπως και διάφορα άλλα πρωτοελληνικά φύλα. Δεν ξέρουμε αν ήταν αυτοί που πρωτοΐδρυσαν τους προϊστορικούς οικισμούς της χερσονήσου που σχεδόν όλοι βρίσκονται σε φυσικούς λόφους - τούμπες.
Σημαντικά στοιχεία όπως το τοπωνύμιο Χρούσω ή Κρούσω, η ύπαρξη του μεγαλύτερου προϊστορικού οικισμού της χερσονήσου στην περιοχή της Θεράμβου ή Θράμβου, καθώς και η ονομασία της που είναι Θρακιική, φανερώνουν πως η Θρακιική φυλή που κατοικούσε στη χερσόνησο ήταν οι Κρουσιαίοι.
Η ανακάλυψη του χαλκού και ειδικά της κατασκευής χάλκινων όπλων και εργαλείων στάθηκε ένα πολεμικό μυστικό το οποίο κρατήθηκε για αιώνες και διαδόθηκε πολύ αργά στους λαούς και ειδικά σ’ αυτούς που δεν είχαν μεγάλες εμπορικές επαφές με τους λαούς της Μεσογείου, από τους οποίους πιστεύεται πως πρωτοξεκίνησε και διαδόθηκε η επεξεργασία των μετάλλων. Ξέρουμε ότι από την εποχή του λίθου και κυρίως στην ύστερη εποχή του χαλκού υπήρχε εμπορική επαφή μεταξύ των οικισμών της χερσονήσου και των οικισμών του νοτιοελλαδικού χώρου. Ιδιαίτερα κατά τους μυκηναϊκούς χρόνους η επαφή αυτή ήταν πολύ σημαντική όπως δείχνουν επιφανειακά όστρακα που βρέθηκαν στη Σίβηρη καθώς και από προσωπικές παρατηρήσεις στην επιφάνεια άλλων προϊστορικών οικισμών.
Δεν έχουν βρεθεί μέχρι σήμερα χάλκινα εργαλεία ή όπλα στη χερσόνησο. Οι μέχρι τώρα πληροφορίες που έχουμε δείχνουν ότι η χρήση των λίθινων εργαλείων στη χερσόνησο συνεχίστηκε και στην ύστερη εποχή του χαλκού. Οι προηγμένοι στον τομέα της μεταλλουργίας οικισμοί του Αιγιακού χώρου, πιθανόν κρατούσαν σκόπιμα μυστικό την επεξεργασία του χαλκού και αν πουλούσαν χάλκινα εργαλεία και όπλα θα πρέπει να τα πουλούσαν πολύ ακριβά σ' αυτούς τους λίγους των οικισμών της χερσονήσου που είχαν τη δυνατότητα να τα ανταλλάξουν με τα αγαθά τους.
Οι αποικιακές πόλεις αρχίζουν και ιδρύονται στη χερσόνησο της Παλλήνης από τον 13 αιώνα π.Χ. (Μένδη - Σκιώνη) μέχρι και τον 6ο αιώνα π.Χ. Παρατηρούμε πως όλες σχεδόν οι πόλεις της χερσονήσου κτίζονται πάνω ή δίπλα στις τοποθεσίες που υπήρχαν προϊστορικοί οικισμοί με συνεχή ζωή όπως στην Άφυτο, Σάνη, κλπ. ή δίπλα σ’ αυτούς. Αυτό σημαίνει πως η εξέλιξη των προϊστορικών οικισμών είναι η αποίκηση ή και η συμβίωση από αποίκους κάποιων μεγαλουπόλεων του νοτιοελλαδικού χώρου στην ύστερη εποχή του χαλκού οι οποίοι κυριάρχησαν τελικά στη χερσόνησο της Κασσάνδρας.
● Κασσάνδρεια (Τούμπα)
Ίχνη προϊστορικού οικισμού παρατηρήθηκαν στην περιοχή Τούμπα της Κασσάνδρειας πάνω σ’ ένα φυσικό λόφο (τούμπα) ο οποίος βρίσκεται 3 χιλιόμετρα απόσταση από τη θάλασσα της Μικρής Κύψας. Ο λόφος αποτελεί απόληξη μιας λοφοράχης που ξεκινάει από τον παλιό οικισμό Κρεμμύδι και στην ανατολική πλαγιά του φαίνεται πως ήταν τεχνητά ξεκομμένος απ’ αυτήν. Δύο δασικοί δρόμοι ανοίχτηκαν από τα Νότια και Βορειοανατολικά της Τούμπας οι οποίοι προκάλεσαν καταστροφή στο χώρο. Πολλά ίχνη κατοίκησης του οικισμού της Τούμπας υπήρχαν στα σημεία που πέρασαν οι δρόμοι. Οι πλαγιές της Τούμπας είναι σκεπασμένες με δασική βλάστηση, πουρνάρια και πεύκα.
Η κορυφή της Τούμπας είναι επίπεδη και φαίνονται ίχνη κατοίκησης, όστρακα, θεμελιώσεις σπιτιών κλπ. Ίχνη κατοίκησης φαίνονται σ’ όλες τις πλαγιές της Τούμπας. Επίσης φαίνεται από επιφανειακά ίχνη ότι υπήρχε εγκατάσταση και χαμηλότερα από τις πλαγιές της κοντά στο ρέμα Γιοβάνη λάκκος. Νότια της Τούμπας υπάρχει ρέμα με πόσιμο νερό και όπως είδα τα ίχνη του οικισμού φτάνουν και ως αυτό.
Βόρεια πάλι σε απόσταση 100 μέτρων από το λόφο υπάρχει χείμαρρος (Γιοβάννη λάκκος) που σήμερα συγκρατεί λίγο νερό καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Παλιότερα είχε περισσότερο νερό, όπως λένε γέροντες του χωριού της Κασσάνδρειας.
Βορειανατολικά υπάρχει πάλι ρέμα σ’ απόσταση 150 μέτρων από την Τούμπα. Το μόνο βατό σημείο και επικίνδυνο για εισβολή εχθρών στον οικισμό όπως δείχνει το ανάγλυφο της Τούμπας είναι η ανατολική μεριά της η οποία ήταν τεχνητά οχυρωμένη. Όπως δείχνει η μορφή του εδάφους φαίνεται πως η Τούμπα σ’ αυτό το σημείο ήταν τεχνητά «ξεκομμένη» από την υπόλοιπη λοφοράχη.
Ο οικισμός αποτελεί έναν από τους λίγους προϊστορικούς οικισμούς που έχει εντοπισθεί μέχρι τώρα στην ενδοχώρα της Κασσάνδρας. Τμήματα από θεμέλια σπιτιών με αργό πωρόλιθο διακρίνονται σ’ όλη την επιφάνεια της Τούμπας. Πωρόλιθος υπάρχει άφθονος στη γύρω περιοχή σαν φυσικό πέτρωμα.
Στην κορυφή και στις πλαγιές της Τούμπας υπάρχουν ποικίλα όστρακα μεγάλων και μικρών αγγείων χειροποίητης και τροχήλατης κεραμικής.
Σύμφωνα με την κεραμική, ο οικισμός πιθανόν δημιουργήθηκε στην πρώιμη εποχή του χαλκού με συνεχή λειτουργία σ’ όλη την εποχή του χαλκού και στους γεωμετρικούς χρόνους. Τα μυκηναϊκά όστρακα στην επιφάνεια της Τούμπας δηλώνουν την επαφή του οικισμού με τον μυκηναϊκό κόσμο παρά την σχετική απόσταση του από τη θάλασσα.
Ο οικισμός της Τούμπας δημιουργήθηκε σε μια περιοχή με πλούσια δασική βλάστηση και πηγαία νερά. Όπως δείχνουν τα κόκαλα των ζώων και τα τμήματα των λίθινων τριβείων που είδα στην επιφάνεια του οι κάτοικοι που κατοίκησαν από την πρώιμη εποχή του χαλκού μέχρι τους κλασικούς χρόνους στον οικισμό πρέπει να ήταν γεωργοί και κτηνοτρόφοι, ενώ παράλληλα αλίευαν όστρεα από τη θάλασσα της Μικρής Κύψας για τροφή ή για κοσμήματα.
Αποσπάσματα από το βιβλίο:
«Εποχή του λίθου και του χαλκού στην Κασσάνδρα», Κασσάνδρεια 1998
Παρασκευάς Μάγειρας - ΓΛΥΠΤΗΣ-ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
ΕΡΕΥΝΑ, ΦΩΤΟΓΡΑΦΗΣΗ & ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ-ΧΑΡΤΩΝ-ΚΕΙΜΕΝΩΝ:
Βαγγέλης Κατσαρίνης
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου