Το Κάνιστρο αποτελεί ένα από τα τοπωνύμια της Κασσάνδρας που επιβίωσαν από την Αρχαιότητα (όπως και το Ποσείδι) και δείχνουν συνεχή και αδιάλειπτη κατοίκηση. Συνδέεται με το ιερό του Απόλλωνα Καναστραίου, αγαλμάτιο του οποίου βρέθηκε στο ιερό του Άμμωνος Διός στην αρχαία Αφύτη (σήμερα στα όρια της Καλλιθέας). Χρονολογείται στον 2ο αιώνα μ.Χ. και φέρει την αναθηματική επιγραφή: ΑΠΟΛΛΩΝΙ ΚΑΝΑΣΤΡΑΙΩ ΑΝΕΘΗΚΑ ΜΕΝΑΝΔΡΟΣ. Διατηρούνται τα κάτω άκρα ανδρικής μορφής, τα κάτω άκρα λιονταριού και τμήμα κορμού δέντρου. Ετυμολογικά πιθανώς συνδέεται με τον ομώνυμο τύπο αγγείου (καναστραίον, κάνιστρον).
Αν και δεν έχει εντοπιστεί ακόμα το ιερό, ο αρχαίος γεωγράφος Σκύλακας (Περίπλους) ονομάζει το Καναστραίο ‘ιερό ακρωτήριο’ και έτσι πιθανότατα το ιερό βρισκόταν στη θέση αυτή και συγκεκριμένα στη χερσόνησο του Αγ. Νικολάου. Άλλες αρχαίες πηγές σημειώνουν: Κάναστρον, Καναστραίον άκρην, Κάναστρα πόλις, Canastrum, Canastraeum. Κατά τη βυζαντινή περίοδο υφίσταται στις πηγές ως Κάναστρον και Κάνιστρον. Σε πορτολάνους σημειώνεται ως portum canistrum, p. canistro, canestro, capo canistro, canistro promontorium, ενώ στο ‘Dictionnaire géographique ou description des quatre parties du monde (Jean Baptiste Ladvocat, 1810) ως μικρή πόλη της Μακεδονίας (Canistro). Διαβάζουμε σε πορτολάνο σχετικά: «Το Κάνιστρον με τον Γόφον [Κουφόν] βλέπονται εις την κάρταν του λεβάντη εις το γρέγον μίλια ιη΄, και είναι καλός λιμιόνας και αν έλθης από τον κάβον του Κανίστρου εις τον Γόφον, σου δείχνει ένα βουνί στρογγυλόν». Παρά την εγκατάλειψη του αρχαίου ναού διατηρήθηκε στην τοπική και ναυτική παράδοση η ονομασία ελαφρώς παραλλαγμένη. Αναφέρεται επίσης και γίγαντας Καναστραίος (Λυκόφρων, Αλεξάνδρα ή Κασσάνδρα, 4ος αιώνας π.Χ.).
Αναζητείται λοιπόν στην περιοχή εκτός του ναού και οικισμός αρχαϊκών, κλασσικών και ελληνιστικών χρόνων, υπάρχουν πέριξ της εκκλησίας του Αγ. Νικολάου ίχνη περιβόλου με αρχαία μάρμαρα και λίθους, κεραμικοί κλίβανοι, ενώ στην εκκλησία είναι εντοιχισμένο τμήμα ιωνικού κιονοκράνου, προφανώς από τον αρχαίο ναό του Απόλλωνα.
Τα τελευταία χρόνια έγιναν δύο σωστικές ανασκαφές στην περιοχή του Κανίστρου. Το 2001 αποκαλύφθηκαν ερείπια παραθαλάσσιας αγροικίας (villa maritima) της ύστερης αρχαιότητας. Βρέθηκαν ρωμαϊκά νομίσματα και χώροι με εργαστηριακή χρήση, κεραμική του 4ου αιώνα μ.Χ. Ανασκαφή σε παραλιακό οικόπεδο στο Κάνιστρο που ολοκληρώθηκε το 2009 αποκάλυψε κτιριακό συγκρότημα που οικοδομήθηκε στην όψιμη ρωμαϊκή περίοδο και εγκαταλείφθηκε τον 6ο αιώνα μ.Χ. Το νεότερο τμήμα του κτίσματος πιθανώς ταυτίζεται με εργαστήριο που είχε αγροτικό χαρακτήρα, επειδή βρέθηκαν θραύσματα από πήλινες κυψέλες και λίθων που χρησιμοποιούνταν στην ελαιοκομία. Από το 1995 (ΦΕΚ 118/ 23.2.1995) το ακρωτήριο του Αγ. Νικολάου προστατεύεται ως αρχαιολογικός χώρος, όπως και το προς τα δυτικά ακρωτήριο ως ‘σημαντικός χώρος της ελληνιστικής και ρωμαϊκής εποχής’.
Ο όρμος, ασφαλής από όλους τους καιρούς εκτός του βοριά, ήταν γνωστό καταφύγιο για την ναυσιπλοΐα του βορείου Αιγαίου και συλλειτουργούσε με το Πόρτο Κουφό της Σιθωνίας. Στην ευρύτερη περιοχή υπάρχουν ναυάγια πλοίων, τα οποία προφανώς έπιασε ο βοριάς, μεταξύ αυτών και πλοίο με μαγαρικά αγγεία του 12ου αιώνα. Διαβάζουμε σχετικά σε βυζαντινή πηγή του 797: «ορμίσαντες εν τω Κανάστρω εν τοις Θεσσαλονίκης ορίοις· έπειτα εις Παλλήνην, τα πρόσγεια του κόλπου». Αγιορείτικες πηγές σημειώνουν πλήθος τοπωνυμίων στην περιοχή: Το Κάνιστρο αναφέρεται ως τοποθεσία της Πτελέας στην Κασσάνδρα και η Πτελέα ως χωριό της Λαύρας. Κοντά στην Πτελέα καταγράφονται τα Άγιοι Ανάργυροι (εκκλησία;), Βαλαναρέα, Κουμαρίδια, Μελίνας (ρυάκι), Ξενοτάφια (αιγιαλός), Περιπλοκάδα (sic), Πιλουμπά (σκάλα) και Στενά Μονοπάτια. Φυσικά η ταύτιση με σημερινές θέσεις είναι δύσκολη. Ο μικρός όρμος χρησιμοποιούνταν και από πειρατές, όπως π.χ. το 1767 από τον Ντεβεντζίογλου.
Αν όμως ο αρχαιολογικός χώρος είναι καθορισμένος με σχετική ακρίβεια, ποιο είναι το αρχαίο ακρωτήριο Καναστραίο και που πραγματικά είναι το Κάνιστρο;
Πλήθος χαρτών ήδη από τον 18ο αιώνα τοποθετούν το Καναστραίο στην νοτιοανατολική άκρη του Θερμαϊκού κόλπου. Ενδεικτικά αναφέρω χάρτη του 1708, του 1742, του 1762, γαλλικό του 1780 με το μοναστήρι του Αγ. Νικολάου και το ακρωτήριο Paillouri (sic) ou Canoustro (;), χάρτη του 1829 (Canastraeum Pr.). Στα τέλη του 19ου αιώνα βρίσκουμε το 1893 αυστριακό χάρτη που λανθασμένα τοποθετεί το Κάνιστρο (Kanastron) στα σημερινά λουτρά Αγ. Παρασκευής σημειώνοντας το μετόχι του Αγ. Γεωργίου (όπου σήμερα το τοπωνύμιο/ παραλία;), ενώ στην άκρη της Κασσάνδρας το ακρωτήριο Nikolaos προς τον Τορωναίο και το Paliuri (Kalogrias) προς τον Θερμαϊκό. Ο χάρτης αυτής σημειώνει επίσης μετόχι του Αγ. Νικολάου. Στον 20ο αιώνα βρίσκουμε εξαιρετικά αναλυτικό γερμανικό χάρτη του 1940 με πλήθος τοπωνυμίων στην περιοχή νότια του Παλιουρίου και της Αγ. Παρασκευής. Σημειώνεται στον Τορωναίο κόλπο το Ακρ. Κρεββάτια και ο Αγ. Νικόλαος και στην είσοδο του Θερμαϊκού το Ακρ. Καλογρηά (Καναστραίον), τα τοπωνύμια Καλογριά, Σταυρός, Κάμπος, Παπά Κλήμα, Σταυραετοφωλιά (‘Stawraetopholea’), Ξερομαζώματα. ‘Κάναστρον’ ονομάζεται η περιοχή στο εσωτερικό μεταξύ των ακρωτηρίων Κρεββάτια και Καλογριά. ‘Κάναστρον’ αναφέρεται στην ίδια περιοχή και κατά τη βυζαντινή περίοδο.
Εξ ίσου αναλυτικός είναι και βρετανικός στρατιωτικός χάρτης του 1944. Παρόμοια είναι η θέση των ακρωτηρίων και σε ελληνικό χάρτη του 1947 όπου το Καναστραίον ταυτίζεται και πάλι με το Παλιούρι/ Καλογριά. Επίσημος χάρτης της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού (1983) σημειώνει τον όρμο Αγ. Νικολάου και το ακρωτήριο Αγ. Νικολάου (Κρεββάτια) στον Τορωναίο κόλπο.
Το 1886 ο Έλληνας στρατιωτικός Ν. Σχινάς περιγράφει στον Τορωναίο κόλπο τα ακρωτήρια «Αγίου Παύλου, Κλαρέτο, Καράβι και Αγίου Νικολάου κατά την ανατολικήν ακτήν, το Παλιούρι, Καναστραίον ή Κάνιστρον των αρχαίων κατά το μεσημβρινότατον άκρον [της Κασσάνδρας]. Μετ΄ αυτόν και δυτικώς το της Καλογρηάς · έπειτα δε το επί της δυτικής παραλίας και κατέναντι των εκβολών του Πηνειού ποταμού κείμενον», ενώ περιγράφει το Παλιούρι σε απόσταση μισής ώρας από την ακτή του Αγίου Νικολάου. Την ίδια περίοδο (1885) ναυτικός οδηγός (G. D. Urquhart, Dues and charges on shipping in foreign ports) σημειώνει στα δυτικά της Κασσάνδρας το τοπωνύμιο Xero Patamo/ Zeropotamo, το οποίο πιθανώς ταυτίζεται με τα ‘Ξερομαζώματα’, από όπου τα πλοία προμηθεύονταν χρώμιο.
Το ακρωτήριο Παλιούρι [«Παλλιούρη» sic] ο Β. Δ. Ζώτος Μολοττός (1903) το τοποθετεί 2 ώρες από την Αγία Παρασκευή, ενώ επίσημοι ναυτικοί οδηγοί (Mediterranean Pilot, iv, 1916) αναφέρουν το ακρωτήριο Παλιούρι ως τη δυτική είσοδο του κόλπου της Κασσάνδρας. Περνώντας στις σύγχρονες ελληνικές πηγές διαβάζουμε στην Εγκυκλοπαίδεια’ Ήλιος’ ότι το Παλιούριον (εκτός από χωριό) είναι «Ακρωτήριον της ΝΔ Χαλκιδικής, δυτικόν κέρας του κόλπου της Κασσάνδρας (αρχ. Τορώνης) και αριστερά τω εισπλέοντι αυτού, νότια δε εσχατιά της Χερσονήσου Κασσάνδρας (αρχ. Παλλήνης). Είναι το Καναστραίον άκρον των αρχαίων». Η Εγκυκλοπαίδεια Δρανδάκη αναφέρει τους βρετανικούς χάρτες ‘Negropont to Gulf of Kassandra, including Gulf of Saloniki’ και ‘Gulf of Kassandra to Thassos and Lemnos’, την ταύτιση του Καναστραίου με το κάβο Παλιούρι και την ταύτιση του ακρωτηρίου Καλογριά με το ακρωτήριο Παλιούρι.
Βιβλιογραφία:
· Ν. Σχινάς, Οδοιπορικαί σημειώσεις Μακεδονίας, Ηπείρου, 1886
· Β. Δ. Ζώτος Μολοττός, Δρομολόγιον της Ελληνικής Χερσονήσου, 1903
· Ε. Λεβεντοπούλου- Γιούρη, Το ιερόν του Άμμωνος Διός παρά την Άφυτιν, ΑΑΑ 4, 1971, σελ. 360- 61
· Π. Θεοδωρίδης, Πίνακας τοπογραφίας του Αγιορείτικου χώρου, Κληρονομιά, 13β, 1981
· Μ. Λιλιμπάκη, Ι. Παπάγγελος, Οι υγρότοποι της Χαλκιδικής από ιστορικό- αρχαιολογική άποψη, 1995
· Ι. Δημητρούκας, Το ταξίδι του ρήτορα Θωμά Μαγίστρου (1310). Μια επανεξέταση. Βυζαντινά Σύμμεικτα, 10, 1996
· Α. Κραντονέλλη, Ιστορία της πειρατείας, 1998
· Χρ. Σασάνη, Οι αποικίες στην αρχαία Χαλκιδική. Η περίπτωση της Κασσάνδρας, 2008
· Αρχαιολογικό Δελτίο, 2001, τόμος β΄
· Αρχαιολογικό Δελτίο, 2009, τόμος β΄
· Ι. Παπάγγελος, Λιμάνια και σκάλες της Χαλκιδικής κατά τους Μέσους Χρόνους, 2013
· Σβετλάνα Βιβντένκο, Ελισάβετ- Μπεττίνα Τσιγαρίδα, Παναγιώτης Μανούδης, Σπύρος Βασιλείου, Ιωάννης Καραπαναγιώτης, Αρχαιομετρική μελέτη της κεραμικής από την περιοχή Κάνιστρο Χαλκιδικής. Περιοδικό Φυσικής-Τεχνολογίας (Ένωση Ελλήνων Φυσικών)
Πηγή:https://itanmiaparalia.blogspot.com/2020/03/blog-post.html?m=1
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου